Στο ρόδινο μακάριο φως, να ‘με, ανεβαίνω της αυγής,
με σηκωμένα χέρια.
Η θεία γαλήνη με καλεί του πέλαου, έτσι για να βγω
προς τα γαλάζια αιθέρια.
Μα ω οι άξαφνες πνοές της γης, που μες τα στήθια μου χυμούν
κι ακέρια με κλονίζουν!
Ω Δία, το πέλαγο ειν’ βαρύ και τα λυτά μου τα μαλλιά
σαν πέτρες με βυθίζουν!
Αύρες, τρεχάτε, ω Κυμοθόη, ω Γλαύκη, ελάτε, πιάστε μου
τα χέρια απ’ τη μασκάλη.
Δεν πρόσμενα, έτσι μονομιάς παραδομένη να βρεθώ
μες στου Ήλιου την αγκάλη.
1 σχόλια:
'Ενα ποίημα που σε μεταφέρει σε άλλη διάσταση
απίστευτα ζωντανή η περιγραφή του!..
Δημοσίευση σχολίου
Περιμένουμε τα σχόλιά σας